ΘΟΡΥΒΟΣ ΚΑΙ ΣΗΜΑΤΑ 2/2022

ΘΕΜΑΤΑ: Εκδήλωση «Διακυβέρνηση του Κράτους: Διεθνείς Πρακτικές και το Ελληνικό Υπόδειγμα» πρόσκληση

 

 

ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΕΛΛΕΙΨΕΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΧΩΡΑ ΜΕ ΥΨΗΛΗ ΑΝΕΡΓΙΑ

του Πάνου Παπάζογλου, Αντιπροέδρου ΔΣ της Κίνησης Πολιτών, Διευθύνοντος  Συμβούλου της EY

Παρά τη δραματική μείωση από τα ιστορικά υψηλά επίπεδα του 27%, το 2013, η επίσημα καταγεγραμμένη ανεργία στη χώρα μας, στο 11,8% τον Σεπτέμβριο, παραμένει σχεδόν διπλάσια από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ζούμε, ωστόσο, το παράδοξο, η υψηλή αυτή ανεργία να συνδυάζεται με σημαντικές ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού σε μια σειρά από κρίσιμους κλάδους της οικονομίας.

Αν το φαινόμενο αφορούσε μόνο τους επιστήμονες της πληροφορικής, θα μπορούσε κανείς να το αποδώσει στην απότομη και εκθετική αύξηση της ζήτησης σε έναν αναδυόμενο κλάδο. Ωστόσο, το πρόβλημα είναι πολύ ευρύτερο και καλύπτει πολλές και διαφορετικές δραστηριότητες της οικονομίας – από τα τουριστικά επαγγέλματα και τη γεωργία, μέχρι τους εργοδηγούς τεχνικών έργων, τους ηλεκτρολόγους παραγωγής, ακόμη και τα ναυτικά επαγγέλματα. Η αποσύνδεση αυτή προσφοράς και ζήτησης ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί σήμερα τη σημαντικότερη τροχοπέδη για την επανεκκίνηση, αλλά και τον αναπροσανατολισμό της ελληνική οικονομίας, και μπορεί να εξελιχθεί σε πραγματική απειλή για τη μακροπρόθεσμή ανάπτυξή της.

Το πρόβλημα είναι σύνθετο και απαιτεί σε βάθος ανάλυση και γενναίες αποφάσεις. Μια σημαντική αιτία του προβλήματος είχαμε εντοπίσει, ήδη από το 2017, μέσα από την έρευνα που  είχε εκπονήσει η ΕΥ από κοινού με την Endeavor και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, «Εκπαίδευση, επιχειρηματικότητα και απασχόληση: Ζητείται προσέγγιση», η οποία είχε αναδείξει την έλλειψη ευθυγράμμισης μεταξύ του εκπαιδευτικού μας συστήματος και της αγοράς εργασίας. Σύμφωνα με την έρευνα, 47% των αποφοίτων που παρήγαγαν τα ελληνικά πανεπιστήμια αφορούσαν κλάδους και αντικείμενα άσχετα με τις ανάγκες της εγχώριας και διεθνούς αγοράς, ενώ 82% των νέων θεωρούσαν ότι το εκπαιδευτικό σύστημα δεν τους ενημερώνει και δεν τους προετοιμάζει κατάλληλα για την αγορά εργασίας. Παρά τη σημαντική πρόοδο που έχει συντελεστεί έκτοτε, τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει ουσιαστικά.

Και πρέπει να σημειώσω ότι το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά, ακόμη περισσότερο τις τεχνικές σχολές, των οποίων τον ρόλο συχνά υποτιμούμε στην Ελλάδα.

Οι προτάσεις που είχαμε υποβάλει τότε για την αντιμετώπιση του προβλήματος παραμένουν εξαιρετικά επίκαιρες: Διαμόρφωση Εθνικής Στρατηγικής για τη σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την απασχόληση, επανασχεδιασμός πανεπιστημιακών προγραμμάτων σπουδών με έμφαση στην αγορά εργασίας, οργάνωση μεταπτυχιακών προγραμμάτων με έμφαση σε νέες ή/και υβριδικές ειδικότητες, ριζική επανειδίκευση σε ειδικότητες με υψηλά ποσοστά ανεργίας, ενίσχυση των μαθημάτων επαγγελματικού προσανατολισμού στη μέση εκπαίδευση, και άλλα. Ωστόσο, η έκταση του προβλήματος δείχνει ότι απαιτούνται και άλλα μέτρα.

Η παροχή περισσότερων και πιο στοχευμένων κινήτρων για τον επαναπατρισμό επιτυχημένων επαγγελματιών από το εξωτερικό, αποτελεί επίσης μέρος της λύσης του προβλήματος. Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση του λεγόμενου brain regain περιλαμβάνει πολλές πτυχές, μεταξύ των οποίων, υποχρεωτικά, και τη μείωση του εξαιρετικά υψηλού μη-μισθολογικού κόστους, ιδιαίτερα των ασφαλιστικών εισφορών. Παράλληλα, όμως, με τον επαναπατρισμό των Ελλήνων που έφυγαν από τη χώρα την προηγούμενη δεκαετία, πρέπει να εξετάσουμε σοβαρά και την προσέλκυση αλλοδαπών, ειδικά στους τομείς που καταγράφονται σήμερα σημαντικές ελλείψεις. Η αντίληψη ότι οι ξένοι εργαζόμενοι «κλέβουν» τις δουλειές από τους Έλληνες αποτελεί ξεπερασμένη αντιμετώπιση που διαψεύδεται από τα πραγματικά δεδομένα, αλλά είναι σαφές ότι χρειάζεται να χαραχθεί μία πιο συγκροτημένη και στοχευμένη πολιτική πάνω σε αυτά τα ζητήματα.

Πρέπει, παράλληλα, κάποια στιγμή, να αναρωτηθούμε αν τα επίσημα στοιχεία για την ανεργία ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Πιστεύω ότι όλοι αναγνωρίζουμε ότι τα υψηλά ποσοστά της αδήλωτης εργασίας και της άτυπης απασχόλησης σε οικογενειακές, κυρίως, επιχειρήσεις, αυξάνουν πλασματικά την επίσημα καταγεγραμμένη ανεργία. Όπως, επίσης, δημιουργούν αμφιβολίες για το δηλούμενο ποσοστό της απασχόλησης στην Ελλάδα, που σήμερα βρίσκεται στο 59%, σχεδόν δέκα μονάδες κάτω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ, στο 68%[1].

Ορισμένοι διατυπώνουν την άποψη ότι ένα σημαντικό ποσοστό των ανέργων αποφεύγει να αναζητήσει εργασία επειδή είναι ικανοποιημένο με το επίδομα ανεργίας. Σύμφωνα, ωστόσο, με τις έρευνες εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ[2], μόλις 9,7% των εγγεγραμμένων ανέργων λαμβάνει επίδομα ή βοήθημα από τον ΟΑΕΔ. Δεν είναι, συνεπώς, μόνον η επιδοματική πολιτική της χώρας που αποτρέπει την επανένταξη των ανέργων στην αγορά εργασίας. Δεν υπάρχει, όμως, αμφιβολία ότι χρειάζεται μια εντελώς νέα προσέγγιση του προβλήματος, παράλληλα με τη μετονομασία του ΟΑΕΔ σε Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης. Ο διακηρυγμένος στόχος της εστίασης στην επανακατάρτιση των ανέργων πρέπει να αποτελέσει την κύρια προτεραιότητα.

Η έρευνά μας του 2017, είχε αναδείξει την περιορισμένη σημασία που αποδίδουν τόσο η ελληνική Πολιτεία, όσο και οι ίδιες οι επιχειρήσεις, στην εκπαίδευση και την επανακατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού. Το ποσοστό των εργαζομένων που είχαν συμμετάσχει σε προγράμματα κατάρτισης που πληρώθηκαν από τον εργοδότη τους μόλις ξεπερνούσε το 30%, έναντι μέσου όρου στην Ε.Ε. 73%. Σε μια εποχή δραστικού μετασχηματισμού της παγκόσμιας οικονομίας, η διαρκής επανακατάρτιση των εργαζομένων αποτελεί προϋπόθεση τόσο για τη μείωση της ανεργίας όσο και για την ανάπτυξη.

 

 

 

«ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ».

Η θεσμική διάσταση των υποκλοπών

του Γρηγόρη Μ. Πελεκάνου, Δικηγόρου, Γραμματέα ΔΣ της Κίνησης Πολιτών

Η περίφημη ρήση του πρώην Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Σημίτη «Αυτή είναι η Ελλάδα», με αφορμή το ναυάγιο του Εξπρές Σάμινα, είναι από τις εκφράσεις που έχουν καταγραφεί στην νέο-ελληνική ιστορία . [3]

«Αυτή είναι η Ελλάδα» αποδίδει ότι σε αυτή τη χώρα συνυπάρχουν βαθιές αδυναμίες και οπισθοδρόμηση με ένα όνειρο βελτίωσης και προόδου που προχωρά μεν  αλλά μένει πάντα ανεκπλήρωτο επειδή έχουμε βαθιές αδυναμίες.

Η διακυβέρνηση έχει βελτιωθεί. Αναμφισβήτητα.  Στα δημόσια οικονομικά, στη τεχνολογική αναβάθμιση της δημόσιας διοίκησης, στην εθνική άμυνα και στη εξωτερική πολιτική, στην υγεία και στην παιδεία και δικαιοσύνη, γίνονται προσπάθειες και τα αποτελέσματα είναι φανερά. Φέτος είχαμε 3% περισσότερες πυρκαγιές σε σύγκριση με πέρσι, αλλά μείωση καμένων στρεμμάτων κατά 52%. Όλοι όμως θυμούνται το την Ηλεία ή το Μάτι, ή το εγκλωβισμό 5000 πολιτών στη Αττική Οδό το χειμώνα του 2022. Είναι στην φύση των πραγμάτων.

O κρατικός μηχανισμός πρέπει να δουλεύει καλά. Για αυτό οι αποτυχίες του επικρίνονται και δικαίως. Αλλά όπως εν μέσω ανέμου εκσυγχρονισμού την δεκαετία 1994-2004 χρειάζεται ένα ναυάγιο ή μία χρηματιστηριακή κρίση ή ένα οικονομικό-πολιτικό σκάνδαλο διαφθοράς για να αναδείξει πόσο ρηχή είναι η ελληνική πραγματικότητα, έτσι και το θέμα των υποκλοπών αναδεικνύει πόσο ρηχή είναι η θεσμική, πολιτική και οικονομική βάση της ελληνικής κοινωνίας.

Τα σημαντικότερα όλων είναι η δημοκρατική κουλτούρα, ο έλεγχος και η λογοδοσία. των κρατικών υπηρεσιών να προστατεύουν τις θεμελιώδεις αξίες του Πολιτεύματος και τα συνταγματικά δικαιώματα των συμπολιτών τους. Η προστασία του εθνικού συμφέροντος πρέπει να νοηματοδοτείται σε συνάφεια με την προστασία του Πολιτεύματος και των ανθρώπινων και κοινωνικό-οικονομικών δικαιωμάτων  και αξιών που αποτελούν θεμέλιο της ελληνικής κοινωνίας.

Αντί να δείχνουν με το δάκτυλο ο ένας τον άλλον, σαν να μην είχαμε μνήμη, θα ήταν πιο χρήσιμο οι ηγέτες μας  να αναλογιστούν, συζητήσουν, προσδιορίσουν τις αιτίες και να προτείνουν κοινές λύσεις τις οποίες και να εφαρμόσουν.

Στο περίφημο “Why Nations Fail” των καθηγητών Daron Acemoglu (MIT) και James A. Robinson (Harvard),[4] τονίζεται ότι τα Κράτη αποτυγχάνουν οικονομικά εξαιτίας των απομυζητικών- παρασιτικών οικονομικών θεσμών (extractive economic institutions) που εξυπηρετούν τις elite που σχεδιάζουν οικονομικούς θεσμούς με σκοπό τον πλουτισμό τους και την διατήρηση της εξουσίας. Σε κάθε κράτος οι παρασιτικοί μηχανισμοί διαμορφώνονται ιστορικά και διαφέρουν από χώρα σε χώρα.  Οι βάσεις της παρασιτικής οικονομίας στην Ελλάδα είναι στον σημαντικό οικονομικό ρόλο του Κράτους διαχρονικά από την ίδρυσή του. Η ιδιωτική οικονομία της αγοράς είναι περιορισμένη, το μέγεθος των περισσότερων επιχειρήσεων μικρό, (το 90% έχει μέχρι 9 υπαλλήλους) με χαμηλού επιπέδου υποδομή, η αγορά ρηχή καθώς οι περισσότερες αγορές προϊόντων και υπηρεσιών έχουν ολιγοπωλιακή δομή με 3-4 επιχειρήσεις να κυριαρχούν σε αυτές, συνεχίζουν να υπάρχουν εμπόδια εισόδου ενώ η χρηματοδότηση είναι ισχνή και επιλεκτική.  Ο συγκεντρωτισμός λειτούργησε, καλώς ή κακώς, ως όρος της ύπαρξης του Ελληνικού Κράτους. Το συγκεντρωτικό Κράτος εκ των πραγμάτων δημιούργησε κρατικοδίαιτη οικονομία. Πολιτική και οικονομική  elite εκ των πραγμάτων συμπορεύτηκαν. Όταν το Κράτος (Κεντρική Διοίκηση – Αποκεντρωμένη Διοίκηση και ΟΤΑ) διαχειρίζεται τους περισσότερους οικονομικούς πόρους είτε μέσω επιδοτήσεων και ενισχύσεων είτε μέσω δημοσίων προμηθειών είτε μέσω διαχείρισης κοινοτικών κονδυλίων και διαμοιρασμού τύπου Ταμείου Ανάκαμψης, είναι επόμενο ότι επιχειρηματίες που μεγάλωσαν με κρατικό χρήμα θα επηρεάσουν / σχεδιάσουν με κάθε τρόπο την δομή του Κράτους ώστε να ωφελούνται και να διαιωνίζουν την εξουσία, οικονομική και πολιτική, που τους προσδίδει η οικονομική επιφάνειά τους. Η διαφθορά αντιμετωπίζεται σε κάποια επίπεδα, π.χ. με την ηλεκτρονική διακυβέρνηση έχει μειωθεί η διαφθορά στις πολεοδομίες, κάποιους διαγωνισμούς και τις εφορίες. Αλλά είναι γενικά γνωστό ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις στο θέμα της δωροδοκίας από το 2019 περιόρισαν τις συνέπειες και τη εμβέλεια των ρυθμίσεων ενώ παραμένουν ιδιαίτερα προβληματικοί οι διαγωνισμοί των ΟΤΑ.

Η αντιμετώπιση των παρασιτικών δομών μπορεί να γίνει με δημιουργία θεσμών αποτελεσματικής διακυβέρνησης, λογοδοσία, ανοικτή ανταγωνιστική οικονομία και με αγώνα κατά της διαφθοράς. Οι θεσμικές αδυναμίες που οδηγούν σε παρασιτικούς μηχανισμούς οφείλονται, σύμφωνα με πλειάδα συγγραφέων, σε τρείς γενικούς παράγοντες[5].

Ο πρώτος είναι η δυσλειτουργία των τριών εξουσιών και η έλλειψη λογοδοσίας σε όλα τα επίπεδα. Οι αρχές καλής διακυβέρνησης και νομοθέτησης δεν θα έπρεπε να είναι θέμα μόνο του επιτελικού κράτους. Η λογοδοσία στην Βουλή θα μπορούσε για παράδειγμα να λάβει την μορφή ελέγχου από την Βουλή και αναπομπής νομοσχεδίων που παραβιάζουν τις αρχές αυτές. Αυτό προϋποθέτει αναβάθμιση της Βουλής που τώρα είναι μάλλον ένας δίαυλος υλοποίησης κυβερνητικών επιλογών, και των Βουλευτών και των κομμάτων. Η λογοδοσία αποκαθιστά τη ισορροπία υπέρ της Λαϊκής Κυριαρχίας, αναβαθμίζει τους βουλευτές και κρατικούς και τοπικούς λειτουργούς, βελτιώνει τη αποτελεσματικότητα της κεντρικής, περιφερειακής και τοπικής διοίκησης, τη Βουλή και την δικαστική εξουσία.

Ο δεύτερος, και νομίζω ο σημαντικότερος, είναι η αποτυχία εξοπλισμού του των πολιτών με τα ψυχολογικά, μορφωτικά και γνωστικά εργαλεία που απαιτούνται για την εκπλήρωση του ρόλου τους στην διακυβέρνηση της πολιτείας. Οι Έλληνες κατά κανόνα, όπως έγραφε ο καθ. Γιωσαφάτ, δεν αναπτύσσουμε ώριμους χαρακτήρες. Αναδεικνύεται έλλειψη κουλτούρας εργασίας. ‘Ενα ποσοστό περίπου 20% είναι και σήμερα οργανικά και λειτουργικά αναλφάβητοι, ποσοστό συντριπτικά υψηλότερο σε μειονοτικούς θύλακες  και στην περιφέρεια. Δεν  είναι καν θέμα τυπικών εκπαιδευτικών προσόντων. Δεν έχουμε ασκηθεί στο ορθολογισμό και τη κριτική σκέψη, δεν έχουμε κουλτούρα εργασίας και ατομικής κια κοινωνικής ευθύνης. Και αυτό διαχέεται σε όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης.

 

 

Ο τρίτος παράγων είναι η έλλειψη συγκεκριμένων τυπικών διαδικασιών (και η μη εφαρμογή τους όπου υπάρχουν), που θωρακίζουν την ακεραιότητα της διαδικασίας εκλογής και λήψης αποφάσεων.

Χρηματοδότηση κομμάτων και εκλογικές δαπάνες, πόθεν έσχες,  ΜΜΕ είναι μέρος των απαραίτητων βελτιώσεων.

Μπορεί προσωρινά οι κίνδυνοι για την Δημοκρατική Δύση και το Ευρωπαϊκό τρόπο ζωής να αντιμετωπίστηκαν, παραμένουν όμως παρόντες και η ισορροπία είναι λεπτή.

 

[1] https://en.wikipedia.org/wiki/List_of_countries_by_employment_rate

[2] https://www.statistics.gr/documents/20181/a48ad3c9-5f56-2ea8-013f-99f52eee2fa6

[3] Στην ίδια κατηγορία αποφθεγμάτων ανήκουν το «Καραμανλής ή Τανκς» (Μ. Θεοδωράκης), «Βυθίσατε το Χώρα» (Α. Παπανδρέου), «Ανήκομεν εις την Δύσιν» (Κ. Καραμανλής), «Με ένα νόμο και ένα άρθρο» (Α. Τσίπρας), «Στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις» (Ι. Τσαρούχης). Με δύο-τρεις λέξεις συλλαμβάνουν ένα νόημα, αποδίδουν στην εντέλεια ένα μήνυμα, είτε διαφωνεί είτε συμφωνεί κανείς.

[4] Πρέπει να διαβάζεται back to back με το “The Rise and Fall of Nations”  του Ruchir Sharma, επικεφαλής Emerging Markets / Chief Global Strategist  στη  Morgan Stanley Investment Management. Τώρα είναι Προέδρος του Rockfeller International, και προσέλκυσε τη μήνιν του ΣΥΡΙΖΑ για άρθρο του στους Financial Times  όπου δήλωνε ότι η Ελλάδα είναι ένα από τα οικονομικά θαύματα του σύγχρονου κόσμου.

[5] A.C Grayling, Democracy and its Crisis, 2017, S.Levitsky & D. Ziblatt, How Democracies Die (2018), E. Temelkuran, How to Lose a Country, The Seven Steps from Democracy to Dictatorship (2019), R.Fuller, In Defence of Democracy (2019

 

  • 12 χρόνια μετά επαναδημοσιεύουμε, από το τεύχος 78 του Δελτίου που εξέδιδε η Κίνηση Πολιτών, επίκαιρο άρθρο με τίτλο : «Οι κίνδυνοι του εθελοντισμού»